May 2, 2024

διδασκαλια της φυσης των φυσικων επιστημων

Όταν εστιάζουμε μόνο στη διδασκαλία των φυσικών επιστημών και ειδικότερα στη γνωσιακή διάσταση της μάθησης χάνουμε ένα μεγάλο κομμάτι της εικόνας των φυσικών επιστημών που είναι ενδιαφέρον, μας αφορά και δίνει νόημα στις αφηρημένες έννοιες συνδέοντας τες με τον πολιτισμό, την κοινωνία και την ανθρώπινη ιστορία. Η σχολική αποτυχία στις φυσικές επιστήμες και η παραίτηση παιδιών, εφήβων και ενηλίκων από την μάθηση στις φυσικές επιστήμες είναι αντικείμενο μελέτης πολλών ερευνών (Angell et al 2004, Carlone 2003, Kortemeyer 2007, Logan & Skamp 2008, OECD 2006). Μια απάντηση στο φαινόμενο αυτό μπορεί να αποτελέσει η διδασκαλία της φύσης των φυσικών επιστημών και η παράλληλη εστίαση στη μεταγνωσιακή και στη συναισθηματική διάσταση της μάθησης αλλάζοντας την εικόνα και το περιβάλλον των φυσικών επιστημών, χτίζοντας γέφυρες ανάμεσα στις φυσικές επιστήμες, την κοινωνία και τον πολιτισμό και ανοίγοντας την επιστήμη μαθησιακά στο ευρύ κοινό όλων των ηλικιών ενθαρρύνοντας τον γραμματισμό στις φυσικές επιστήμες.
 
Πολλές χώρες στον κόσμο, η μια μετά την άλλη αναζητούν νέους τρόπους να διδάξουν φυσικές επιστήμες αλλά και νέους τρόπους να δουν τις φυσικές επιστήμες και να τις παρουσιάσουν στους μαθητές και τις μαθήτριες προκειμένου αυτά που συμβαίνουν και συζητιούνται σε μια τάξη των φυσικών επιστημών να αφορούν το 100% των παιδιών, όλους τους μαθητές και όλες τις μαθήτριες. Ο εναλλακτικός αυτός τρόπος θέασης και παρουσίασης των φυσικών επιστημών από πολλούς αποκαλείται η συνολική εικόνα των φυσικών επιστημών και πρόκειται για μια ενεργή αναπλαισίωση των φυσικών επιστημών ως επιστημονικού κλάδου, ως αντικειμένου διδασκαλίας και ως δημόσιας εικόνας προς το ευρύ κοινό.
 
Η αναπλαισίωση των φυσικών επιστημών ως αντικειμένου διδασκαλίας επιχειρείται από το 1982 σε πολλές χώρες του κόσμου μέσα από έρευνες στη διδακτική των φυσικών επιστημών, μέσα από τον σχεδιασμό και την εφαρμογή αναλυτικών προγραμμάτων και μέσα από αξιόλογες εφαρμογές στις σχολικές τάξεις. Η αποτυχία στην εκπαίδευση των πολιτών στις φυσικές επιστήμες του παραδοσιακού μοντέλου διδασκαλίας των φυσικών επιστημών που ήταν εμπνευσμένο από την εξειδίκευση και οδηγούσε στην εξειδίκευση επιβεβαιώθηκε και συνεχίζει να επιβεβαιώνεται μέσα από έρευνες τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό (Angell et al 2004, Carlone 2003, Kortemeyer 2007, Logan & Skamp 2008, OECD 2006).
 
 

Το μοντέλο Γνώση – GNOSIS

Κύρια φροντίδα όλων όσων ασχολούμαστε με την εκπαίδευση μελλοντικών και εν ενεργεία εκπαιδευτικών στη διδασκαλία των φυσικών επιστημών είναι να βοηθήσουμε και να ενθαρρύνουμε τους δασκάλους και τις δασκάλες να μεταβούν από την παραδοσιακή αντίληψη που έχουν για τη διδασκαλία των φυσικών επιστημών σε μια πιο σύγχρονη οπτική όπως αυτή εκφράζεται από την τρέχουσα έρευνα στη διδακτική των φυσικών επιστημών και από τις διεθνείς τάσεις στα αναλυτικά προγράμματα σήμερα – με άλλα λόγια, να διευκολύνουμε τη μετάβαση από μια διδασκαλία που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο απλά αναμεταδίδει το περιεχόμενο των φυσικών επιστημών σε μια διδασκαλία που καλλιεργεί τον γραμματισμό στις φυσικές επιστήμες για όλους και για όλες (Adúriz-Bravo 2005, Σέρογλου 2006, Piliouras et al. 2011, Seroglou et al. 2011). Αυτό σημαίνει, ότι εκτός από τη μάθηση του περιεχομένου των φυσικών επιστημών, οι εκπαιδευτικοί θα πρέπει να γνωρίσουν και να εκτιμήσουν τη φύση των φυσικών επιστημών (Matthews 1994).

Οι φυσικές επιστήμες επηρεάζουν τις ζωές όλων μας, μας προσφέρουν την τεχνολογία και διαμορφώνουν την αντίληψή μας για τον κόσμο. Επίσης θέτουν θεμελιώδη ερωτήματα σχετικά με τον τρόπο που εμείς οι άνθρωποι αλληλεπιδρούμε με τη φύση και το περιβάλλον. Καθώς οι φυσικές επιστήμες εξελίσσουν και αλλάζουν τον κόσμο, κάθε γενιά δεν ψάχνει απλά για καινούργιες σύγχρονες απαντήσεις, αλλά επαναδιατυπώνει από την αρχή τα θεμελιώδη αυτά ερωτήματα. Και αυτή ακριβώς είναι η δυναμική των φυσικών επιστημών (Weinert 2005).

Εισάγοντας τους εκπαιδευτικούς στη διδασκαλία της φύσης των φυσικών επιστημών τους προσφέρουμε κίνητρο, προοπτική και έμπνευση αρχικά για να μαθητεύσουν οι ίδιοι στις φυσικές επιστήμες και να εκτιμήσουν την επίδραση των φυσικών επιστημών στην κοινωνία και τον πολιτισμό, και στη συνέχεια για να καλωσορίσουν και να ενθαρρύνουν τους μαθητές και τις μαθήτριές τους να συμμετέχουν στη μάθηση στις φυσικές επιστήμες καθώς αυτές παρουσιάζονται ενταγμένες στο ευρύτερο κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο προέκυψαν (Seroglou & Aduriz-Bravo 2007).

Το μοντέλο Γνώση – GNOSIS που στην αγγλική γραφή του αποτελεί ακρωνύμιο της φάσης Guidelines for Nature Of Science Introduction in Scientific literacy, δηλαδή οδηγίες για μια εισαγωγή στον γραμματισμό στις φυσικές επιστήμες μέσα από τη διδασκαλία της φύσης των φυσικών επιστημών, προέκυψε από τη σύνθεση δύο προγενέστερων θεωρητικών πλαισίων (Seroglou & Koumaras 2001, Adúriz-Bravo 2003) που έχουν αναπτυχθεί από τους εμπνευστές και δημιουργούς του μοντέλου (Seroglou & Aduriz-Bravo 2007).

Το μοντέλο Γνώση – GNOSIS προσεγγίζει από τρεις συμπληρωματικές διαστάσεις μια διδασκαλία των φυσικών επιστημών η οποία είναι εμπλουτισμένη από στοιχεία και οπτικές της φύσης της επιστήμης (Seroglou & Aduriz-Bravo 2007):

– Τη γνωσιακή διάσταση, η οποία αφορά τη διδασκαλία των φυσικών επιστημών ως ένα σύνολο μοντέλων που ερμηνεύουν τον κόσμο γύρω μας (η φύση του περιεχομένου των φυσικών επιστημών), καθώς και τη διδασκαλία για το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο οι επιστημονικές ιδέες αναπτύχθηκαν και διαμορφώθηκαν (η φύση του περιβάλλοντος των φυσικών επιστημών).

– Τη μεταγνωσιακή διάσταση, η οποία εστιάζεται στο τι είναι οι φυσικές επιστήμες (η συνθετική φύση των φυσικών επιστημών ως νοητικού προϊόντος), στο πώς αλλάζουν οι φυσικές επιστήμες στην ιστορία (η φύση της εξέλιξης και των μεθοδολογιών των φυσικών επιστημών), και στον τρόπο που οι φυσικές επιστήμες αλληλεπιδρούν με την κοινωνία και τον πολιτισμό (η φύση των αλληλεπιδράσεων των φυσικών επιστημών με την κοινωνία) όπου αναδεικνύεται το πολιτισμικό αποτύπωμα των φυσικών επιστημών.

 
– Τη συναισθηματική διάσταση, η οποία ανοίγει την εικόνα των φυσικών επιστημών θεωρώντας τις στάσεις (φύση των στάσεων που εκφράζονται από τις φυσικές επιστήμες) και τις αξίες (φύση των αξιών που καλλιεργούνται από τις φυσικές επιστήμες), οι οποίες πέρα από θεμελιώδεις στην ίδια τη λειτουργία των φυσικών επιστημών, είναι σημαντικές και επιθυμητές στην εκπαίδευση πολιτών εγγράμματων στις φυσικές επιστήμες.

Επίσης επιχειρείται ένας συσχετισμός της συμβολής τριών μετα-επιστημών στη διδασκαλία της φύσης των φυσικών επιστημών με τις τρεις διαστάσεις του μοντέλου Γνώση – GNOSIS (Seroglou & Aduriz-Bravo 2007). Συγκεκριμένα:
– Η γνωσιακή διάσταση, η οποία ασχολείται με το περιεχόμενο των φυσικών επιστημών και το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο οι επιστημονικές ιδέες αναπτύχθηκαν, μπορεί να εμπλουτισθεί παραγωγικά από τη μελέτη της ιστορίας των φυσικών επιστημών.- Η μεταγνωσιακή διάσταση που επιχειρεί να απαντήσει ουσιαστικά στο ερώτημα πώς μαθαίνουμε αυτό που μαθαίνουμε; βρίσκεται σε ανοιχτό διάλογο με την φιλοσοφία των φυσικών επιστημών.

– Η συναισθηματική διάσταση, η οποία ασχολείται με τη συμβολή της διδασκαλίας των φυσικών επιστημών στην καλλιέργεια αξιών και στάσεων που χαρακτηρίζουν τους πολίτες που είναι εγγράμματοι στις φυσικές επιστήμες, θα μπορούσε να μελετηθεί στο πλαίσιο πολλαπλών οπτικών της κοινωνιολογίας των φυσικών επιστημών.

Για το λόγο αυτό, θα ήταν χρήσιμο να προσεγγίσουμε τη διδασκαλία της φύσης των φυσικών επιστημών μέσα από ένα σύνολο από ιδέες-κλειδιά προερχόμενες από τη φιλοσοφία των φυσικών επιστημών, τοποθετημένες σε ένα σκηνικό διαμορφωμένο από την ιστορία των φυσικών επιστημών και αναφερόμενο σε συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα και εκφράζοντας παράλληλα τις κοινωνιολογικές προεκτάσεις των φυσικών επιστημών ενάντια στο δογματισμό και τον ελιτισμό που χαρακτηρίζουν τον επιστημονισμό.

 
 

Η σχέση ανάμεσα στον δημιουργό και το δημιούργημα στις φυσικές επιστήμες και την τεχνολογία μέσα από το μοντέλο Γνώση – GNOSIS

Χρησιμοποιώντας το μοντέλο Γνώση – GNOSIS σχεδιάστηκαν δύο δραστηριότητες και τις εφαρμόσαμε στα πλαίσια της εκπαίδευσης μελλοντικών και εν ενεργεία εκπαιδευτικών στο Buenos Aires και στη Θεσσαλονίκη. Οι διδακτικές προσεγγίσεις στο πλαίσιο των οποίων χρησιμοποιήθηκαν οι δραστηριότητες αυτές αποτελούν διαδικασίες διδασκαλίας και μάθησης εμπνευσμένες από και εμπλουτισμένες με ερευνητικά δεδομένα του μοντέλου Γνώση – GNOSIS:

Γνωσιακή διάσταση
Οι δάσκαλοι και οι δασκάλες συζητούν για τη σχέση ανάμεσα στον δημιουργό και το δημιούργημα στις φυσικές επιστήμες και την τεχνολογία, ενώ μια ιστορική ανασκόπηση της εξέλιξης αυτής της σχέσης πραγματοποιείται εστιάζοντας σε επιλεγμένα σημεία-σταθμούς αυτής της εξέλιξης. Στη διάρκεια της συζήτησης έρχονται στο προσκήνιο μια σειρά από ηθικά ζητήματα που αφορούν την επιστημονική δημιουργία, καθώς και οι ηθικές ευθύνες που σχετίζονται με αυτά, καθώς οι δάσκαλοι και οι δασκάλες διαπραγματεύονται έννοιες όπως η κλωνοποίηση, η ευγονική, η ευθανασία κ.ά.

Μεταγνωσιακή διάσταση
Οι δάσκαλοι και οι δασκάλες ενθαρρύνονται να διατυπώσουν τις απόψεις τους και να επιχειρηματολογήσουν για το είδος και τη φύση των ερωτήσεων για τις οποίες αναζητούν απαντήσεις οι φυσικές επιστήμες σχετικά με τη δημιουργία, καθώς και για το είδος και τη φύση των φιλοσοφικών ερωτημάτων που πυροδοτούν την παραπάνω αναζήτηση στο χώρο των φυσικών επιστημών. Στη συζήτησή τους συνήθως αφιερώνουν ένα σημαντικό μέρος στις απαιτήσεις της κοινωνίας που ενθαρρύνουν ή και πριμοδοτούν τις διάφορες κατευθύνσεις της επιστημονικής έρευνας, καθώς και στα αποτελέσματα της έρευνας στις φυσικές επιστήμες που με τη σειρά τους μορφοποιούν, αλλάζουν και αναθεωρούν τις κοινωνικές και πολιτισμικές δομές.

Συναισθηματική διάσταση
Οι δάσκαλοι και οι δασκάλες έρχονται αντιμέτωποι και επανεκτιμούν τις δικές τους, τις προσωπικές τους στάσεις και αξίες σχετικά με την επιστημονική δημιουργία, τους στόχους και τα κίνητρα της επιστημονικής δημιουργίας, την ανεξαρτησία του δημιουργήματος από τον δημιουργό μέσα από μια ενδιαφέρουσα μετάθεση του ρόλου τους: Λειτουργώντας ως ακροατήριο των αφηγήσεων που παρακολουθούν, νιώθουν ότι βρίσκονται σε μια απόσταση ασφαλείας από τις στάσεις και τις αξίες που συζητιούνται, κρίνονται, αξιολογούνται και επανεκτιμούνται.

Οι δραστηριότητες που σχεδιάστηκαν στην εφαρμογή αυτή του μοντέλου Γνώση – GNOSIS στηρίζονται στην χρήση των αφηγήσεων στη διδασκαλία των φυσικών επιστημών, μια και οι αφηγήσεις αποτελούν ένα πολυδύναμο διδακτικό εργαλείο που ενθαρρύνει την ποιοτική και ουσιαστική μάθηση στις φυσικές επιστήμες. Οι αφηγήσεις αυτές, με τη μορφή κινηματογραφικών ταινιών, μύθων, ποιημάτων, άρθρων από εφημερίδες μας προσφέρουν ένα δυναμικό σκηνικό περιβάλλον και θέτουν με άμεσο τρόπο ενδιαφέροντα ζητήματα για να διδάξουμε όψεις της φύσης των φυσικών επιστημών με έναν γόνιμο και δημιουργικό τρόπο. Στο παρελθόν, με την προφορική αφήγηση γίνονταν γνωστές από στόμα σε στόμα μέσα από την προφορική παράδοση όμορφες ιστορίες που προκαλούσαν την φαντασία μας, έμεναν ανεξίτηλα χαραγμένες στη μνήμη μας και μας συγκινούσαν. Σήμερα, την προφορική αφήγηση έρχονται να αντικαταστήσουν οι κινηματογραφικές ταινίες οι σύγχρονες οπτικοακουστικές αυτές αφηγήσεις που παρουσιάζουν με εντυπωσιακό και απολαυστικό τρόπο αξέχαστες και ενδιαφέρουσες ιστορίες (Seroglou & Aduriz-Bravo 2007, Σέρογλου & Aduriz-Bravo 2007).

Οι αφηγήσεις που χρησιμοποιήθηκαν στην εφαρμογή αυτή είναι η ταινία επιστημονικής φαντασίας Blade Runner στη δραστηριότητα που αναπτύχθηκε στη Θεσσαλονίκη και ο εβραϊκός μύθος του Golem στη δραστηριότητα που αναπτύχθηκε στο Buenos Aires.

Στην πρώτη δραστηριότητα (Οι ρεπλίκες του Blade Runner), οι δάσκαλοι και οι δασκάλες παρακολουθούν επιλεγμένα αποσπάσματα από την ταινία επιστημονικής φαντασίας Blade Runner και συζητούν αρχικά σε μικρές ομάδες και στη συνέχεια όλοι και όλες μαζί.

Δημιουργός και δημιούργημα από τον μύθο του Golem στον Blade Runner

Στην ταινία, οι δάσκαλοι και οι δασκάλες παρακολουθούν:
– Πέντε ανθρώπινες ρεπλίκες που, με κίνδυνο της ζωής τους, αγωνίζονται να συναντήσουν τον δημιουργό τους (οι ρεπλίκες είναι τέλεια δημιουργήματα της βιοτεχνολογίας που φαίνονται, σκέφτονται και νιώθουν σαν άνθρωποι).
– Την πρόσωπο με πρόσωπο αντιπαράθεση του αρχηγού των ρεπλίκων με τον ευφυή δημιουργό τους που τους σχεδίασε και είχε την επίβλεψη της κατασκευής τους και την έκκληση του για μεγαλύτερο χρόνο ζωής (οι ρεπλίκες έχουν διάρκεια ζωής μόνο πέντε χρόνια).
– Τη σταδιακή εξόντωση όλων των ρεπλίκων από τον Blade Runner (έναν ντετέκτιβ με αποστολή να σκοτώνει τις ρεπλίκες που επαναστατούν).
– Την τελική συνάντηση και μέχρι τέλους μάχη του αρχηγού των ρεπλίκων με τον Blade Runner, όπου η ρεπλίκα σώζει τελικά τη ζωή του διώκτη τους και του μιλά λίγο πριν πεθάνει για τον αγώνα τους για ελευθερία και για τον πόνο της απώλειας και λήθης στο χρόνο όλων αυτών των γνώσεων που προέρχονται από τις εμπειρίες, τις μνήμες και τις σκέψεις των ρεπλίκων που φυσικά παύουν να υπάρχουν από τη στιγμή που αυτές πεθαίνουν.

Για περίπου 35 λεπτά οι μελλοντικοί και εν ενεργεία εκπαιδευτικοί που συμμετέχουν στη δραστηριότητα παρακολουθούν τα παραπάνω επιλεγμένα αποσπάσματα της ταινίας. Μέσα στα 35 αυτά λεπτά οι δάσκαλοι και οι δασκάλες σιγά – σιγά αλλάζουν στάση απέναντι στον αγώνα των ρεπλικών. Ενώ αρχικά είναι εναντίων τους, στη συνέχεια τους υποστηρίζουν όλο και περισσότερο. Ενώ παρακολουθούν την ταινία, αναγνωρίζουν και καταγράφουν τα επιστημονικά ερωτήματα και τα φιλοσοφικά ερωτήματα που τίθενται από την ταινία και υπογραμμίζονται από την σκηνοθεσία.

Στη συνέχεια, για περίπου 40 λεπτά οι δάσκαλοι και οι δασκάλες συζητούν σε μικρές ομάδες και καταγράφουν τις σκέψεις τους για τη σχέση ανάμεσα στα επιστημονικά και τα φιλοσοφικά ερωτήματα που παρουσιάζονται στην ταινία και αφορούν την επιστημονική δημιουργία. Στο τέλος, και πάλι για περίπου 40 λεπτά, οι θέσεις και οι ιδέες των διαφόρων ομάδων συζητιούνται από όλους και όλες και το σύνολο της τάξης συμμετέχει σε μια αντιπαράθεση επιχειρημάτων (Seroglou & Aduriz-Bravo 2007).

Στη δεύτερη δραστηριότητα (Ο γίγαντας της Balvanera), παρουσιάζεται στους δασκάλους και τις δασκάλες ο εβραϊκός μύθος του Golem σε τρεις εκδοχές, σε κάθε μια από τις οποίες χρησιμοποιείται ένα διαφορετικό είδος αφήγησης. Πρώτα παρακολουθούν μια αναπαράσταση του αρχικού μύθου του Golem. Το Golem είναι ένα μυθικό ον που θεωρείται ότι το δημιούργησε από πηλό ο ραβίνος Loew στην Πράγα τον 16ο αιώνα. Το Golem ήταν ατελές και δεν είχε από μόνο του ζωή. Μόνο όταν ο ραβίνος Loew έβαζε στο στόμα του Golem ένα κομματάκι χαρτί με μια αρχαία ιερή λέξη που αφορούσε τη δημιουργία γραμμένη πάνω του, τότε και μόνο όσο το χαρτί ήταν μέσα στο στόμα του, το Golem ήταν ζωντανό και κάτω από τον έλεγχο του δημιουργού του. Αλλά μια μέρα το Golem ξέφυγε από τον έλεγχο του ραβίνου και προκάλεσε μεγάλες καταστροφές στην πόλη.

Εκτός από τον μύθο, οι εκπαιδευτικοί μελετούν και ένα ποίημα του Jorge Luis Borges που αναφέρεται σε αυτό το μυθικό πλάσμα και σε ένα απόκομμα εφημερίδας που μιλά για έναν τοπικό μύθο του Buenos Aires, το μύθο του γίγαντα της Balvanera, ο οποίος υποτίθεται ότι ήταν το Golem της Πράγας που πέρασε τον Ατλαντικό κρυμμένο στο αμπάρι ενός πλοίου και έφτασε στην Αργεντινή μαζί με τον υπόλοιπο εβραϊκό πληθυσμό που έφτασε από την Ευρώπη. Κάθε μια από τις παραπάνω αφηγήσεις προσφέρει στους δασκάλους και τις δασκάλες πλούσιο υλικό για να συζητήσουν και να επιχειρηματολογήσουν πάνω στα βασικά ζητήματα που αφορούν την επιστημονική δημιουργία, εστιάζοντας ιδιαίτερα στη σχέση ανάμεσα στο δημιούργημα και τον δημιουργό, στην ανεξαρτησία του δημιουργήματος, καθώς και τις κοινωνικές απαιτήσεις γι’ αυτό (Seroglou & Aduriz-Bravo 2007).

Οι παραπάνω δραστηριότητες σχεδιάστηκαν χρησιμοποιώντας το μοντέλο Γνώση – GNOSIS, εφαρμόστηκαν στην εκπαίδευση εκπαιδευτικών στη Θεσσαλονίκη και το Buenos Aires και στη συνέχεια τα δεδομένα από την εφαρμογή των δραστηριοτήτων και πάλι αναλύθηκαν με το μοντέλο Γνώση. Οι δάσκαλοι και οι δασκάλες που συμμετείχαν στην διπλή αυτή εφαρμογή, κατά τη διάρκεια των μαθημάτων συζήτησαν και επιχειρηματολόγησαν πάνω στα ακόλουθα θέματα που αφορούν τη φύση των φυσικών επιστημών για κάθε μια από τις διαστάσεις του μοντέλου ΓνώσηGNOSIS (Seroglou & Aduriz-Bravo 2007, Σέρογλου & Aduriz-Bravo 2007):

Γνωσιακή διάσταση
Σχετικά με τη φύση του περιεχομένου των φυσικών επιστημών οι δάσκαλοι και οι δασκάλες αναρωτήθηκαν εάν οι φυσικές επιστήμες μπορεί να μας βοηθήσουν να αντιμετωπίσουμε προβλήματα που μοιάζουν άλυτα όπως π.χ. η αύξηση της διάρκειας της ζωής των ανθρώπων. Επίσης, σχετικά με τη φύση του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο οι φυσικές επιστήμες διαμορφώνονται και εξελίσσονται, οι εκπαιδευτικοί επιχειρηματολόγησαν για το εάν αντιλαμβάνονται τη ζωή ως δημιούργημα ή ως κατασκεύασμα.

Μεταγνωσιακή διάσταση
Οι δάσκαλοι και οι δασκάλες στις συζητήσεις τους υποστήριξαν ότι τα επιστημονικά ερωτήματα πολλές φορές συναντιούνται και αλληλεπιδρούν με τα αντίστοιχα φιλοσοφικά ερωτήματα, αναρωτήθηκαν για το εάν υπάρχουν όρια σε αυτήν την αλληλεπίδραση και οδηγήθηκαν έτσι στην αναθεώρηση των απόψεών τους σχετικά με την συνθετική φύση των φυσικών επιστημών ως νοητικού προϊόντος. Συνέχισαν να επιχειρηματολογούν για τα όρια των φυσικών επιστημών και για τις παραμέτρους που ορίζουν τα όρια αυτά εστιάζοντας με τον τρόπο αυτό στη φύση της εξέλιξης και των μεθοδολογιών των φυσικών επιστημών. Ασχολήθηκαν επίσης αρκετά με το σημερινά βιοηθικά διλήμματα που αντιμετωπίζουμε και συζήτησαν για πως θα πρέπει να εξελιχθεί η έρευνα στη γενετική και πως τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής θα πρέπει να τα διαχειριστεί η κοινωνία προς όφελός της, εκφράζοντας έτσι τον τρόπο που αντιλαμβάνονται τη φύση των αλληλεπιδράσεων επιστήμης και κοινωνίας.

Συναισθηματική διάσταση
Τα επιχειρήματα των δασκάλων σχετικά με τη φύση των στάσεων που εκφράζονται από τις φυσικές επιστήμες ουσιαστικά αφορούσαν τους στόχους των φυσικών επιστημών (και ειδικά της έρευνας στη γενετική) και πιο συγκεκριμένα αναρωτήθηκαν εάν η έρευνα στις φυσικές επιστήμες θα πρέπει να στοχεύει στην αθανασία, στην αιώνια νεότητα, στη γενετική φυλετική βελτίωση ή σε μια καλύτερη ποιότητα ζωής για όλους και όλες. Τέλος, οι δάσκαλοι και οι δασκάλες συζήτησαν τη σημασία του κέδρους στη σύγχρονη κοινωνία και επιχειρηματολόγησαν εάν θα πρέπει να εκμεταλλευόμαστε στο μέγιστο τη δυναμική των φυσικών επιστημών (και ιδιαίτερα της έρευνας στη γενετική) και της επιστημονικής δημιουργίας οδηγούμενοι μόνο από το οικονομικό συμφέρον και το κέρδος, εκφράζοντας με τον τρόπο αυτό τις σκέψεις τους σχετικά με τη φύση των αξιών που οι φυσικές επιστήμες καλλιεργούν.

Τα παραπάνω αποτελέσματα δείχνουν ότι το μοντέλο Γνώση – GNOSIS μπορεί να συμβάλλει στο σχεδιασμό και τη αξιολόγηση δραστηριοτήτων για την εκπαίδευση των εκπαιδευτικών στη διδασκαλία της φύσης των φυσικών επιστημών, μια και φαίνεται να ότι χρησιμοποιώντας το μοντέλο αυτό σχεδιάζουμε δραστηριότητες που δίνουν στους εκπαιδευόμενους την ευκαιρία να συζητήσουν για τη φύση των κοινωνικών προσδοκιών, αλληλεπιδράσεων και αποτελεσμάτων που επηρεάζουν τις φυσικές επιστήμες και που ταυτόχρονα οι φυσικές επιστήμες προκαλούν, μέσα σε μια επιχειρούμενη αναπλαισίωση της διδασκαλίας των φυσικών επιστημών.

Αποσπάσματα από το βιβλίο:
Σέρογλου, Φ., Μαρκόπουλος, Ι. Ν., Aduriz-Bravo, A., Βουρλιάς, Κ., Γέντζη, Ε., Κουλούντζος, Β., Λέτση, Α., Πανάντσα, Ν., Παπαδόπουλος, Π., Τσαρσιώτου, Α. & Χατζίκου, Σ. (2017). Ανοίγοντας την επιστήμη στην κοινωνία. University Studio Press, Θεσσαλονίκη.